Πώς η μετοπρολόλη επιδρά στο μέγεθος του εμφράγματος

11/6/2017
Η πρώιμη χορήγηση του β-αναστολέα μετοπρολόλη ελαττώνει το μέγεθος του εμφράγματος σε ασθενείς με οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου σε ένα ποσοστό, μέσω της αναστολής της κινητοποίησης των ουδετερόφιλων λευκοκυττάρων εμποδίζοντάς τα να εισέλθουν στο κατεστραμμένο μυοκαρδιακό κύτταρο καθώς και να ενεργοποιήσουν τα υπόλοιπα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.


Το πρωτοποριακό αυτό εύρημα της αντιφλεγμονώδους δράσης του φαρμάκου ήρθε στην επιφάνεια μετά από μια σειρά ερευνών που βοήθησαν να εξηγηθεί το κλινικό εύρημα της μείωσης του μεγέθους του εμφράγματος και της βελτίωσης της καρδιακής λειτουργίας μετά την πρώιμη χορήγηση μετοπρολόλης σε ασθενείς με οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου. Καθώς, λοιπόν, τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα ενεργοποιούνται προοδευτικά κατά την διάρκεια του εμφράγματος, υπάρχουν ξεκάθαρες ενδείξεις ότι όσο πιο πρώιμη είναι η χορήγηση μετοπρολόλης, τόσο μεγαλύτερη είναι η αναστολή της ενεργοποίησης των κυττάρων αυτών και συνεκδοχικά τόσο καλύτερη η προστασία του μυοκαρδίου. Οι συγκριτικές μελέτες έδειξαν ότι η χορήγηση μετοπρολόλης σε ασθενείς με οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, μέσα στις πρώτες 6 ώρες από την έναρξη των συμπτωμάτων, έχει συνδεθεί με σημαντική μείωση της έκτασης του εμφράγματος και βελτίωση της καρδιακής λειτουργία μακροπρόθεσμα.


ΜΕΤΟΠΡΟΛΟΛΗ ΚΑΙ ΛΕΥΚΑ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΑ
Για την περαιτέρω διερεύνηση των αποτελεσμάτων αυτών, οι ερευνητές αρχικά εξέτασαν και σύγκριναν τα απεικονιστικά εύρηματα σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία καρδιάς(CMR) και στον απόλυτο αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων και των ουδετερόφιλων κυττάρων. Σύμφωνα με την απεικόνιση με CMR, οι ασθενείς με έμφραγμα μυοκαρδίου στους οποίους χορηγήθηκε μετοπρολόλη, είχαν μείωση 40% της έκτασης της βλάβης στην μικροαγγειακή κυκλοφορία, ακόμα και μετά τον αποκλεισμό άλλων δυνητικά συσχετιζόμενων παραγόντων. Στις μελέτες αναδείκτηκε ότι το μέγεθος της μικροαγγειακής δυσλειτουργίας σχετίζεται σημαντικά με τον απόλυτο αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων και των ουδετερόφιλων κυττάρων, αν και δεν βρέθηκε καμία άλλη συσχέτιση με τις υπόλοιπες κατηγορίες των λευκοκυττάρων.

Ενώ, λοιπόν, η μετοπρολόλη δεν είχε καμία επίπτωση στον συνολικό αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων, το φάρμακο επέδρασε στη διαδικασία ενεργοποίησης των πολυμορφοπύρηνων κυττάρων επιδρώντας με αυτό τον τρόπο ευεργετικά στην μείωση της βλάβης της μικροαγγειακής κυκλοφορίας. Επιπρόσθετα, σε πειραματικά μοντέλα που χρησιμοποίησαν ποντίκια, οι ερευνητές βρήκαν ότι τα πειραματόζωα που αντιμετωπίστηκαν με μετοπρολόλη είχαν σημαντική ελάττωση των εμφραγματικών περιοχών, μείωση της καταστροφής των τριχοειδών αγγείων και αναστολή της διείσδυσης των ουδετερόφιλων στις εμφραγματικές περιοχές. Επίσης, στις μελέτες αυτές βρέθηκε ότι ενώ στα ποντίκια με ανεπάρκεια ουδετερόφιλων είχαν μικρότερα εμφράγματα, η χορήγηση μετοπρολόλης δεν επέδρασε σημαντικά στις εμφραγματικές περιοχές, επιβεβαιώνοντας με τον τρόπο αυτό ότι ο λόγος της ευεργετικής δράσης του φαρμάκου είναι η αναστολή των ουδετεροφίλων που κυκλοφορούν ενδοαγγειακά.  Ο μηχανισμός δράσης της μετοπρολόλης στην αναστολή της ενεργοποίησης των ουδετερόφιλων πολυμορφοπύρηνων βρέθηκε ότι επιτυγχάνεται μέσω των β1 υποδοχέων που φέρουν στην κυτταρική τους επιφάνεια τα λευκά αιμοσφαίρια. Το φάρμακο μετέβαλε την δυναμική των κυττάρων επιδρώντας ανασταλτικά στην ταχύτητα ενεργοποίησής τους, την μορφολογία τους καθώς και στον τρόπο κίνησής τους. Αυτός ο μηχανισμός δράσης ,λοιπόν, προκαλεί ένα είδος ''αποπληξίας'' των πολυμορφοπύρηνων εμποδίζοντας τις κυτταρικές διαδράσεις τους και την ιστική καταστροφή. Αυτό φάνηκε να επιτυγχάνεται με δύο μηχανισμούς: ο πρώτος περιλαμβάνει την αναστολή του 1-συνδέσμου της Ρ-σελεκτίνης που προκαλεί ενεργοποίηση των φαγοκυτταρικών δυνατοτήτων των ουδετερόφιλων και την εκπόλωσή τους ενώ ο δεύτερος μηχανισμός περιλαμβάνει την απευθείας επίδραση του φαρμάκου στο κυτταρικό τοίχωμα των ουδετερόφιλων εμποδίζοντας τον σχηματισμό συσσωμάτων αυτών με αιμοπετάλια.